Δευτέρα 17 Αυγούστου 2015

ΑΗ-ΓΙΩΡΓΗΣ 2015






































































Φωτογραφίες: Παναγιώτης Καρώνης.
© φωτογραφιών: Παναγιώτης Καρώνης 2015, με την επιφύλαξη κάθε δικαιώματος.


Παρασκευή 14 Αυγούστου 2015

Παρουσιάστηκε στη Νεστάνη και στην Πάτρα το βιβλίο «Τραγούδια της Νεστάνης»





Παρουσίαση στη Νεστάνη
Κοινοτικό Μέγαρο Νεστάνης (13/08/2015)
Παρουσιάστηκε το βράδυ της Κυριακής 13 Αυγούστου 2015 στο Κοινοτικό Μέγαρο Νεστάνης, το βιβλίο με τίτλο «ΤΡΑΓΟΥΔΙΑΣ ΤΗΣ ΝΕΣΤΑΝΗΣ», σε καταγραφή και σχολιασμό Παναγιώτη Καρώνη, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΤΟ ΔΟΝΤΙ.
Το βιβλίο παρουσίασαν:
Η Βασιλική Μαργέλου, Κοινωνική Ανθρωπολόγος και ο Συγγραφέας Παναγιώτης Καρώνης.
Προλόγισε η Φιλόλογος Μαίρη Σιδηρά.
Χαιρετισμό απεύθυναν ο Περιφερειάρχης Πελοποννήσου κ. Πέτρος Τατούλης και ο Δήμαρχος Τριπόλεως κ. Δημήτριος Παυλής.


 



Εισήγηση της Μαίρης Σιδηρά
Νεστάνη 13 Αυγούστου 2015
Φτιαγμένο λες για να μάχεται στον υπέρτατο βαθμό τις αντινομίες της ύπαρξης και του βίου, το Δημοτικό Τραγούδι λειτουργεί ως συμπυκνωτής φωτός, συμφιλιώνοντας στον λυρικό του παλμό τα επίπεδα του κόσμου, ηρωοποιώντας, σχεδόν αμοραλιστικά, τους ανθρώπινους τύπους, συντάσσοντας στη ρυθμική του ακολουθία φυτά, καράβια, ζωές και παρασύροντας στην εθιστική του μέθη την κοινοτική ψυχή.
Το τελευταίο, η εθελούσια αιχμαλωσία που υποβάλλει στους αοιδούς και τους χορευτές του, προϋποθέτει έναν βίο αρχαϊκότερο, πιο πρωτογενή και λιγότερο αστικό, με εθιμικούς δεσμούς, κοινές φαντασιώσεις και όμοια, κατά το δυνατόν, αντίδραση στα τρομερά και θαυμαστά του βίου. Πώς, λοιπόν, η Νεστάνη επιμένει και καθώς φαίνεται θα επιμένει, αρνούμενη να πιει «της Άρνης το νερό», να συντηρεί το λαϊκό καλλιτεχνικό της παρελθόν; Δεν είναι, τάχα, ένα χωρίον σύγχρονον, δεμένο στην πανελλήνια ιστορία του 20ού αιώνα, θιγμένο από τους πολέμους, τη μετανάστευση, τη μεταπολιτευτική λαιμαργία, την υποκουλτούρα του Life style, γειτνιάζουσα με τη μεγαλόπολη Τρίπολη –πάλαι ποτέ Τροπολιτσά; Η απάντηση δεν είναι μονοσήμαντη. Οπωσδήποτε όμως σ’ αυτό το ερωτηματικό σχεδίασμα ας ληφθεί υπόψη ότι δεν πρόκειται μόνο για αναβίωση, για μουσειακή αρχειακή διάσωση πολιτισμικού υλικού, αλλά και για επίμονη επιβίωση διόδων αρχαίων, διαφυγών εθιμικών, τρόπων αρχετυπικών. Αναφέρουμε, ενδεικτικά, τον εθιμικό εορτασμό του Άη Γιώργη, με τους βλαστολατρικούς χορευτές -χορωδούς, τα μοιρολόγια, κυρίως, δε, το πανηγυρικό εορταστικό πνεύμα που, απ’ όσο γνωρίζουμε, ακόμη διαπνέει τους Νεστανιώτες.
Σε κάθε περίπτωση, οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι ο λόγος των λόγων αυτών καθώς και της σημερινής σύναξης είναι ένα βιβλίο: Τα Τραγούδια της Νεστάνης, των αχαϊκών εκδόσεων «Το Δόντι». Ένα βιβλίο που επιμελήθηκε φιλολογικά και λαογραφικά, φιλοτέχνησε τα ασπρόμαυρα σχέδιά του και πάνω απ’ όλα συνέλεξε, κατέταξε και σχολίασε το περιεχόμενό του, ο Παναγιώτης Καρώνης. Ο Παναγιώτης, φυσικά, δε χρειάζεται συστάσεις, όμως το καθήκον του Προλόγου μάς επιτάσσει να αναφέρουμε –έστω επιγραμματικά και για λόγους επιστημονικής δεοντολογίας- πως ο Παναγιώτης επί 30 έτη ακροαζόταν, αφουγκραζόταν και κατέγραφε τη νεστανιώτικη παραδοσιακή λαλιά. Λάτρης της μεγάλης Τέχνης όλων των εποχών και αποκηρύσσοντας τα στρατόπεδα των σχολών και των αποκλεισμών, όντας και ο ίδιος –καθώς γνωρίζετε- ζωγράφος, αποδείχθηκε βαθύς γνώστης και ενθουσιώδης αποδέκτης του πλούσιου πολιτισμού του χωριού του. Αυτήν τη γνώση και λατρεία επιθυμεί φλογερά να μεταδώσει και σε άλλους, καθώς θεωρεί την πολιτισμική έκφραση των Νεστανιωτών κατά τους νεώτερους χρόνους απαράμιλλη σε κάλλος, σε ποικιλία και σε αφθονία μορφών.
Έχοντας, παράλληλα, μελετήσει μια ευρύτατη σχετική βιβλιογραφία –την οποία και παραθέτει- είναι σε θέση να προβαίνει σε συγκριτικούς σχολιασμούς, δίνοντας το στίγμα της παραλλαγής, εγγενές στα καλλιτεχνικά παράγωγα που επινοεί η προφορικότητα. Είναι γεγονός ότι αφενός η ανεξάντλητη έφεση των κατοίκων της Νεστάνης προς την παραδοσιακή μούσα και αφετέρου η στάση του 20ού αιώνα απέναντι σ’ αυτήν διευκόλυνε ή και υποχρέωσε σε μια, αν όχι πρόσμιξη, τουλάχιστον αλληλεπίδραση τάσεων και ειδών, κάτι που, ωστόσο, δε στάθηκε ικανό να αλλοιώσει τον ευλύγιστο 15σύλλαβο ή την ομοιοκατάληκτη «ρίμα», τους υποβλητικούς ιάμβους ή τους αιθέριους αναπαίστους της παραδοσιακής στιχουργίας. Όλες οι κατακτήσεις της δημοτικής ποίησης αναγνωρίζονται αβίαστα στη νεστανιώτικη συλλογή: Η εμψύχωση της φύσης, η συνέργεια ζώων και φυτών στη δράση, η τολμηρή υπερρεαλιστική εικονοποιία, οι παράδοξες μετωνυμίες – διολισθήσεις μίας όψης του πραγματικού σε μία άλλη, τα γλωσσικά εφευρήματα σφύζοντα μελικότητας και πάθους, τα διαλογικά επεισόδια, η αφηγηματική ευρεσιτεχνία, αλλά και η σοβαρότητα που η ηλικία και η αντοχή του είδους επιτάσσει, ο αρχαιοελληνικός μύθος που σκιαγραφείται στην ακτινογραφία της ποιητικής ανάλυσης, η παμπάλαια τελετουργική δόμηση της ζωής, εγγράφουν τα τραγούδια της Νεστάνης στην περιοχή των εκλεκτών κατακτήσεων του είδους τους. Κυρίως, όμως, είναι ακατανίκητη η συγκινησιακή δόνηση που προξενούν στον αναγνώστη, καθώς το ατομικό αίσθημα πολλαπλασιάζεται μέσω της περιδίνησής του στα βάθη της συλλογικής κοινοπραξίας και, συχνά, ιεροπραξίας.
Ο Παναγιώτης Καρώνης ήδη στο εσώφυλλο του βιβλίου ευχαριστεί θερμά τον Αρκάδα μουσικολόγο Σωτήρη Τσιάνη, του οποίου οι προγενέστερες έρευνες πάνω στα τραγούδια της Μαντίνειας τροφοδότησαν επιπλέον την κοπιώδη και χρόνια εργασία του. Στο τέλος, μάλιστα, του βιβλίου, παρατίθεται επιλογή από παρτιτούρες του κ. Τσιάνη των εν λόγω τραγουδιών. Γενικότερα, όμως, η συλλεκτική εργασία του Καρώνη, όπως προείπαμε, κατεξοχήν στηρίχθηκε στην αυτοψία, το προσωπικό βίωμα και την ζωντανή μαρτυρία. Σημειώνουμε, δε, πως σε αρκετές περιπτώσεις παραθέτει και την ή τις παραλλαγές που εντόπισε, είτε ως υποσημείωση είτε, σπανιότερα, ως κύριο κείμενο. Οι υποσημειώσεις θα αξιοποιηθούν και ως σχολιαστικό πεδίο, καθώς ο συλλέκτης και επιμελητής συχνά καταγράφει φιλολογικά ερμηνεύματα, αφορώντα, πρωτίστως, στην καταγωγική προέλευση και τη διαδρομή των τραγουδιών.
Στο βιβλίο, προτάσσονται τρία θεωρητικά κείμενα. Στο πρώτο, που φέρει την υπογραφή της ανθρωπολόγου και σημερινής ομιλήτριας κ. Βάσως Μαργέλου, επιχειρείται ένας γλωσσοκεντρικός και εθνολογικός φωτισμός της εξέλιξης του είδους. Τα άλλα δύο ανήκουν στον συλλέκτη και αποτυπώνουν το ιστορικό ίχνος της Νεστάνης και τις συνθήκες γέννησης του τραγουδιού της. Στο δεύτερο κείμενο, ο Καρώνης παρουσιάζει και τον θεωρητικό του προβληματισμό σχετικά με το δύστροπο και ανεξάντλητο θέμα της κατάταξης των τραγουδιών, κάτι που, ούτως ή άλλως, αφήνει διαρκώς ανικανοποίητο τον εξειδικευμένο μελετητή, τον φιλοπερίεργο περί την παράδοση αναγνώστη ή και τον ικανό να απολαμβάνει την Τέχνη του Λόγου, αψηφώντας τα περιχαρακώματα της παλαιότητας, της απρόσωπης συλλογικότητας, κ.λπ. Επανερχόμενοι στη φιλολογική και τυπογραφική δόμηση του βιβλίου, σας παραθέτουμε τις θεματικές ενότητες στις οποίες διαίρεσε το υλικό του ο Νεστανιώτης Παναγιώτης Καρώνης έχοντας –όπως ρητά ομολογεί- ως κριτήριο τη λειτουργικότητα των τραγουδιών, την κοινωνική περιπτωσιολογία κατά την οποία ανακινούνται. Παρόλα αυτά, σπεύδει να διευκρινίσει την ευκολία της μεταπήδησης των τραγουδιών, το εύθραυστο της στέρεης ένταξής τους σε μία αποκλειστικά συνθήκη του βίου. Έχουμε, λοιπόν, τα τραγούδια «Του έρωτα», «Του γάμου», «Της Αποκριάς», «Τραγούδια που ακούγονται στην πομπή και τον χορό του Άη Γιώργη», «Της εργασίας», «Μοιρολόγια» και μία ακόμη κατηγορία που την τιτλοφορεί «Διάφορα».
Είναι γεγονός πως τα τραγούδια της Νεστάνης εμφανίζονται δυσχείριστα στην κατάταξή τους, καθώς τα ενωτικά τους στοιχεία, τόσο θεματικά όσο και τεχνοτροπιακά, αντιστέκονται στην παγιωμένη συναρίθμησή τους. Εμφατικά απομονώνουμε την ερωτική διάθεση, που συνθέτει έναν θεματικό άξονα πρόδηλο σε όλα σχεδόν τα ποιητικά επιτεύγματα της περιοχής, ακατάλυτα συνεκτικό και απαιτητικό στην καλλιτεχνική του πραγμάτωση, εκφραζόμενο άλλοτε ως ολοφάνερη επιθυμία και άλλοτε ως υπολανθάνον ηλεκτρικό φορτίο. Τα κυρίαρχα μορφολογικά στοιχεία συντείνουν στην ευαίσθητη απόδοση και παγκυριαρχία του ερωτικού λόγου. Οι μελωδικές επωδοί, η συχνότατη απεύθυνση σε ένα γυναικείο πρόσωπο, η προσφιλής ολοκλήρωση του νοήματος σε τρίστιχα επιτονισμένα από το καταληκτικό ηχητικό εφέ της επανάληψης ονόματος ή χορωδιακής φράσης, η λαμπερή αξία της ζωής, η ριγηλή ενορχήστρωση της αυγής και της «κονταυγής», η ποθητή κόρη - «ένα κομμάτι σύννεφο», η δικαίωση της ξακουστής αντρείας πέρα από του νόμου τις αρχές, η αθανασία των βουνών, οι πολυπικραμένοι του κάτω κόσμου, η όλη ποιητική και ηθική στάση προβάλλει έναν άνθρωπο υλιστή στη χαρά του και βαθιά ανθρωπιστή στη συγκατάβασή του.
Μαίρης Σιδηρά, Φιλόλογος.




Εισήγηση της Βασιλικής Μαργέλου
Δυο χρόνια μετά την ΙΕΡΟΤΕΛΕΣΤΙΑ ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ Χορός και πομπή του Άη-Γιώργη στη Νεστάνη Αρκαδίας, ο Παναγιώτης μέσα από μια μακρά διαδικασία συλλογής των παραδοσιακών τραγουδιών της Νεστάνης μάς ξεναγεί στο συναισθηματικό τοπίο της παράδοσης.
Έχει ενδιαφέρον επομένως να δούμε διαχρονικά και να τεκμηριώσουμε αυτό που θα έπρεπε να αποτελεί κοινοτοπία για τον Έλληνα και την κληρονομιά του. Τι σημαίνουν όμως τα παραδοσιακά τραγούδια, πως εντάσσονται στη Λαογραφία και γιατί είναι ακόμα ζωντανά;
Η ιστορία ξεκινά κατά τον 19ο αιώνα, εποχή που κρίνεται απαραίτητη η διαμόρφωση της εθνικής συνείδησης στους λαούς της Ευρώπης διαμέσου της καταγραφής των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του κάθε «λαού», ως μοναδικών και αναλλοίωτων στοιχείων τού κάθε έθνους, που αναζητήθηκαν μέσα από τα λαϊκά τραγούδια -στην ελληνική γλώσσα επικράτησε από εκείνα τα χρόνια ο όρος Δγημοτικά.
Τα δημοτικά τραγούδια και κυρίως τα κλέφτικα αποτελούν στη σκέψη των διανοούμενων του 19ου αιώνα, έκφραση του αγωνιστικού φρονήματος, του ηρωισμού και της αντιστασιακής διάθεσης των Ελλήνων κατά την περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας.
Το επίθετο λαϊκός/δημοτικός όπως το εξετάζει η λαογραφία, σημαίνει ότι ενδιαφέρεται για εκείνα τα έργα τού πολιτισμού, που δημιουργούνται πάνω σε μια βάση ομαδική.
Γι' αυτό και δεν είναι καθόλου εύκολο πολλές φορές να γνωρίζουμε το όνομα εκείνου που πρωτοδημιούργησε κάτι, π.χ. το δημοτικό τραγούδι ή το λαϊκό παραμύθι.
Το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτού που λέμε λαϊκό: η (συλλογική) συμφωνία και η ψυχική συμμετοχή σε ένα έργο. Οι εκδηλώσεις του λαϊκού πολιτισμού εκφράζουν το λαό στο σύνολό του ενώ δεν έχουν καμιά σχέση με την ιδιωτική πρωτοβουλία και έμπνευση του ενός. Γι' αυτό και είναι εκδηλώσεις αποδεκτές από ένα ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο. Είναι ωστόσο δυνατόν η δημιουργικότητα ενός ατόμου να εκφράζει το σύνολο του λαού και να κυοφορεί τους πόθους, τα όνειρα και τις απαιτήσεις του. Σ' αυτή την περίπτωση ο δημιουργός δανείζει τον πνευματικό του καρπό στο λαϊκό πολιτισμό, που τον αφομοιώνει και τον μετατρέπει σε κοινό αγαθό, του οποίου ο εμπνευστής έχει ήδη λησμονηθεί.
Το δημοτικό τραγούδι είναι προφορική μνημονική δημιουργία, συμπληρώνεται και διορθώνεται κατά την διάδοσή του από στόμα σε στόμα και από γενιά σε γενιά. Σύμφωνα με τον Claude Fauriel. Το δημοτικό τραγούδι είναι μια ποίηση που ζει όχι μόνο μια τεχνιτή ζωή μέσα στα βιβλία, συχνά φαινομενική, παρά μέσα στο λαό τον ίδιο και από τη συνολική ζωή του λαού. (Ν. Πολίτης, 1915: 439).
Το δημοτικό τραγούδι ήταν ο τρόπος έκφρασης της κοινωνίας της υπαίθρου. Ο απλός λαός ότι αισθανόταν το «έκανε» τραγούδι εμπνευσμένο από τις μεγάλες χαρές και τις μεγάλες λύπες καθώς και από τις καταστάσεις που ξεπερνούν τα συνηθισμένα μέτρα όπως ο έρωτας, ο γάμος, ο ερχομός του παιδιού, ο πόλεμος και η ξενιτειά, ο θάνατος, οι απορίες για τον κάτω κόσμο, οι επιτυχίες και οι αποτυχίες του λαού αλλά και η πίστη στους Αγίους.
Καθώς το τραγούδι ξεπερνά τα χρονικά όρια και περνά από γενιά σε γενιά, εξωραΐζεται και συμπληρώνεται με διάφορες παραλλαγές στην υπόθεση, στη μελωδία και το ρυθμό με αποτέλεσμα να δημιουργούνται αυτοδύναμα δημοτικά τραγούδια.
Ο Κ. Κονταξής αναφέρει πως το δημοτικό τραγούδι είναι μια συκροτημένη τέχνη που προορίζεται από την εκφραστική αμεσότητα και την τεχνική ωριμότητα μιας κοινωνίας, η οποία ενώ διατηρεί την οργανικής της σχέση με τη φύση, ταυτόχρονο διαθέτει τη συσσωρευμένη εμπειρία μιας αδιάσπαστης πολιτισμικής συνέχειας.
Ο ποιητής Δ. Σολωμός και η Επτανησιακή Σχολή χρησιμοποιούν τη δημοτική γλώσσα με μοναδικό τρόπο, αξιοποιώντας άριστα την εκφραστική και ποιητική της δύναμη. Στη Ζάκυνθο ο Σολωμός καταγίνεται μελετώντας τα δημοτικά τραγούδια, τον Ερωτόκριτο, τη Βοσκοπούλα κ.ά.
Η αξία της ποίησης του ελληνικού δημοτικού τραγουδιού επισημάνθηκε από τον Κ. Παλαμά, ο οποίος χαρακτήρισε το δημοτικό τραγούδι ως «ελληνικό θαύμα» (Κ. Κονταξής, 2007:58-59).
Τα Τραγούδια της Νεστάνης αφορούν έξι κατηγορίες του βίου -βίος όμως χωρίς συναίσθημα δεν υπάρχει.
Στο δημοτικό τραγούδι τα συναισθήματα είναι άλεσα και οι καταστάσεις απλές. Ο άνθρωπος των δημοτικών τραγουδιών είναι ένα πλάσμα χωρίς αυταπάτες που ομολογεί την ανάγκη του να επαναπροσδιορίσει το γεγονός του θανάτου και τη θέση του απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα.
Ο θάνατος αντιμετωπίζεται ως αναπόφευκτο γεγονός μιας και ο Χάρος δεν κάνει διακρίσεις. Άλλοτε ξεγελά εκείνος τα θύματά του και άλλες φορές προσπαθούν εκείνα να τον γελάσουν και να ξεφύγουν.
Στον αντίποδα, τα τραγούδια του γάμου αποδίδουν την συλλογική γνώση και τη λαϊκή μυθική σκέψη, προβάλουν τις ισχύουσες αξίες και με τον κανονιστικό τους χαρακτήρα μυούν τα νεότερα μέλη της κοινότητας στους κοινωνικούς άγραφους κανόνες.
Τα τραγούδια του έρωτα δεν περιλαμβάνονται στα γαμήλια τραγούδια. Θα μπορούσε να θεωρηθεί αυθαίρετος αποκλεισμός, ωστόσο τα τραγούδια του έρωτα είναι συνδεδεμένα όχι μόνο με τις λειτουργίες του γάμου, αλλά με το βαθύτερο νόημά του που συνδέεται με την μυθική εικόνα του στη λαϊκή σκέψη.
Δύσκολα μπορεί να εξηγηθεί ο ελεύθερος χαρακτήρας τους σε σχέση με την αυστηρότητα της κυρίαρχης κοινωνικής ηθικής, ιδιαιτέρα σε ό,τι αφορά τις στρατηγικές που εφαρμόζονται στο γάμο. Εδώ ο έρωτας εξυμνείται, είναι το επιτρεπτό και το επιδιωκόμενο που υπερβαίνει τους φραγμούς της κοινότητας.
«Η μάνα σου είναι μ ια κακιά κι όπου με δει με βρίζει
να την ειδώ στ' άγρια βουνά σα σκύλα να γαβγίζει»
(από τα δίστιχα του έρωτα)
Ο ζωτανός προφορικός πολιτισμός που διοχεταύεται μέσα από τα τραγούδια απκτά ένα νέο νόημα που αφορά το πλέγμα των σχέσεων των μελών της κοινωνίας αλλά και με βάση το χρόνο και κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες ζωής και επικοινωνίας τα τραγούδια αναδημιουργούνται και αποκτούν ανάλογο περιεχόμενο. (Τερζοπούλου Μ., Ψυχογιού Ε. 159-159, 1992).
Ο μύθος του τραγουδιού συγκεντρώνεται σε ορισμένα σημαντικά χαρακτηριστικά που αφορούν την υπόσταση των ηρώων στο χρόνο. Τα πρόσωπα προβάλλονται με απλή μονοδιάστατη μορφή και συνήθως διαθέτουν ένα έντονο σωματικό ή ψυχικό χαρακτηριστικό χωρίς να αποδίδεται ψυχολογική επιφάνεια αλλά στην ουσία ο ήρωας επιβάλλεται με την ένταση και τα τυπικά χαρακτηριστικά του:
ΔΕ ΣΤΟ 'ΠΑ ΕΓΩ ΜΑΝΟΥΛΑ ΜΟΥ
[...] ο ξένος είναι πονηρός πολύ μαριολεμένος
σε πλάνεψε σε γέλασε με σύκα με καρύδια
σε πλάνεψε σε γέλασε σου 'πε πως θα με πάρει
(από την ενότητα Τραγούδια του γάμου)
Η πορεία του δημοτικού τραγουδιού παρουσιάζει μια πολύ σταθερή και ομαλή μετάβαση από το παρελθόν στο παρόν, χωρίς ξαφνικές ανατροπές. Η εξέλιξη είναι αργή και κάθε νέο στοιχείο φιλτράρεται πριν ενσωματωθεί στην υπάρχουσα κοινωνική δομή. Οι μυθικές διαστάσεις του εξυμνούν το πνεύμα της ελληνικής γλώσσας -εξελιγμένη από την αλεξανδρινή εποχή στη σημερινή γραπτή δημοτική γλώσσα.
Αν αναλογιστούμε τώρα την πολιτιστική κρίση που περνά η χώρα μας και επειδή η ιστορία είναι κυκλική επιστήμη, καλούμαστε ως σύγχρονοι λόγιοι να μετέχουμε στο συλλογικό γίγνεσθαι.
Η καταγραφή του Παναγιώτη εκπληρώνει αυτό το σκοπό: θα διαφυλάξει τα τραγούδια από τη λήθη και θα τα τοποθετήσει στο παρόν. Τα Τραγούδια της Νεστάνης είναι ταυτόχρονα λαογραφικό υλικό και μνήμη, αγάπη για τον τόπο, «συνέχεια» και αναδημιουργία. Παιχνίδι λέξεων σε στίχους που μαρτυρούν τη διάθεση των Νεστανιωτών-τισσων, αλλά και τη δική μας απέναντι στις καθημερινές συνθήκες της ζωής, χωρίς να χρειάζεται να ταξιδέψουμε στον χρόνο.
Ακόμα και οι φιγούρες που τόσο απέριττα έχει σχεδιάσει ο Παναγιώτης για το βιβλίο, περιγράφουν χωρίς να περιορίζουν ή να φωτογραφίζουν και έτσι ο καθένας μπορεί να σχηματίσει εικόνες από τον δικό του τόπο.
Απόψε η καταγραφή μνήμης και του παρελθόντος μετατρέπεται σε βιωματική -αφού μαζί θα την αναπλάσουμε, εδώ στον φυσικό της χώρο...
Βασιλική Μαργέλου, Κοινωνική Ανθρωπολόγος
 















Πηγή φωτογραφιών:
Και από το φίλο Ευάγγελο Μιχάλη





 



Παρουσίαση στην Πάτρα στο Πολιτιστικό Κέντρο «Περί Τεχνῶν», (12/05/2014)
Στην Πάτρα, η παρουσίαση του βιβλίου έγινε τη Δευτέρα 5 Μαΐου 2014 στο πολιτιστικό κέντρο «Περί Τεχνῶν».
Το βιβλίο παρουσίασαν:
Η κοινωνική ανθρωπολόγος Βασιλική Μαργέλου
Η μουσικός Βρισηίς Πετροπούλου
Και ο συγγραφέας Παναγιώτης Καρώνης.
Την εκδήλωση χαιρέτησε η Πρόεδρος των Αρκάδων Πάτρας Φρόσω Καραγιάννη η οποία επαίνεσε την προσπάθεια καταγραφής και διάσωσης της λαϊκής μας παράδοσης και δη της Αρκαδίας από τον Π. Καρώνη.



 
Φωτογραφία από την παρουσίαση του βιβλίου στην Πάτρα,
στο πολιτιστικό κέντρο «Περί Τεχνῶν».

Βασιλική Μαργέλου, η μουσικός Βρισηίς Πετροπούλου
και ο Π. Καρώνης στο πάνελ της παρουσίασης στην Πάτρα.
  
Η μουσικός Βρισηίς Πετροπούλου, απέδωσε παραδοσιακές μελωδίες της Νεστάνης

 Φωτογραφία από την παρουσίαση του βιβλίου στην Πάτρα,

Φωτογραφία από την παρουσίαση του βιβλίου στην Πάτρα,

 
Με την πρόεδρο των Αρκάδων Πάτρας, Φρόσω Καραγιάννη (αρ)